Πρόκειται για μία ιογενή λοίμωξη που προκαλείται από τον απλό έρπητα τύπου 2 (HSV-2) και ατατάσσεται στα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα καθώς μεταδίδεται μέσω της τριβής ακόμα και με τη χρήση του προφυλακτικού. Ο απλός ερπητας τύπου 1 (HSV1) που είναι υπεύθυνος για τον επιχείλιο έρπητα μπορεί επίσης να προκαλέσει βλάβες στα γεννητικά όργανα μέσω της στοματικής σεξουαλικής επαφής.
Η κλινική εικόνα ποικίλει. Κάποιοι ασθενείς μπορεί να είναι τελειώς ασυμπτωματικοί και σιωπηλά να μεταδίδουν τη νόσο ενώ άλλοι να εμφανίζουν βαρύτερη εικόνα με συχνές υποτροπές. Κατά την πρώτη επαφή του ατόμου με τον ιό συνήθως στην νεαρή ενήλικη ζωή λαμβάνει χώρα η ρωτολοίμωξη η οποία χαρακτηρίζεται από βαρύτερη κλινική εικόνα με επώδυνο εξάνθημα (φυσαλίδες) πονο κατά την ούρηση (δυσουρία) και κατά την επαφή και λεφαδενοπάθεια. Οι βλάβες μπορεί να εντοπίζονται στα γεννητικά όργανα, γλουτούς, μηρούς ή και στη στοματική κοιλότητα. Οι υποτροπές
του ιού είναι γενικά πιο ήπιων συμπτωμάτων και διαρκούν μόλις λίγες μέρες.
Ο ιός του έρπητα από τη στιγμή που συμβεί η πρωτολοίμωξη δεν εγκαταλείπει το ανθρώπινο σώμα αλλά βρίσκεται σε λανθάνουσα κατάσταση μέχρι την επόμενη υποτροπή. Συνεπώς δεν μπορεί να θεραπευτεί, αλλά μόνο να κατασταλεί προκειμένου να εξασφαλιστεί ταχύτερη επούλωση του εξανθήματος και
ανακούφιση των συμπτωμάτων αλλά και μείωση των υποτροπών σε συχνότητα και ως εκ τούτου και της πιθανότητας μετάδοσης του.
Η θεραπεία χωρίζεται σε θεραπεία πρωτολοίμωξης, θεραπεία επεισοδίου αλλά και θεραπεία καταστολής επεισοδίων για ασθενείς που παρουσιάζουν συχνές υποτροπές με βαριά κλινική εικόνα. Τα φάρμακα εκλογής είναι αντιικά σκευάσματα από του στόματος.
Συνιστάται να αποφεύγεται η σεξουλική επαφή ακόμα και με προφυλακτικό όσο υπάρχει εξάνθημα στην περιοχή καθώς ο κίνδυνος μετάδοσης είναι υψηλός χωρίς εντούτοις να αποκλείεται και η μετάδοση από ασυμπτωματικοπύς φορείς.